Επτά ημέρες κινητοποιήσεων, δυο ημέρες σφοδρών συγκρούσεων με την
αστυνομία σε Κωνσταντινούπολη, Αγκυρα, Σμύρνη και δεκάδες άλλες πόλεις,
εκατοντάδες τραυματίες, εκ των οποίων περίπου δέκα σε σοβαρή κατάσταση
και 939 συλλήψεις- σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικών- αποτέλεσαν την
πρώτη δημόσια ήττα του Ταγιπ Ερντογάν από τους ίδιους τους Τούρκους
πολίτες κι αποκάλυψαν ρωγμές στην εικόνα του παντοδύναμου ηγέτη.
Σάββατο μεσημέρι κι ενώ στην καρδιά της τουριστικής Πόλης, την πλατεία Τακσίμ, ισχυρές δυνάμεις της αστυνομίας σφυροκοπούσαν με δακρυγόνα και αντλίες νερού τους χιλιάδες διαδηλωτές, ο Ταγίπ Ερντογάν εμφανίστηκε στην τηλεόραση σκληρός και ανυποχώρητος. Διακήρυξε ότι ότι δεν πρόκειται να κάνει βήμα πίσω απέναντι στο πλήθος- που αρχικά είχε κατασκηνώσει στην πλατεία κατά της αμφιλεγόμενης απόφασης του να αναπλάσει το Πάρκο Γκεζί, καταστρέφοντας στην ουσία τον τελευταίο πνεύμονα πρασίνου στην ιστορική πλατεία Τακσίμ- και προκάλεσε τους διαδηλωτές:
«Εαν όλο αυτό είναι κοινωνικό κίνημα, τότε για κάθε 20 που θα συγκεντρώνουν αυτοί, εγώ θα συγκεντρώνω 200.000!”, είπε, υποστήριξε ότι “η Πλατεία Τακσίμ δεν μπορεί να είναι τόπος συνάντησης των εξτρεμιστών”, ζήτησε από τους διαδηλωτές να εγκαταλείψουν την προσπάθεια προειδοποιώντας τους ότι δεν πρόκειται να κερδίσουν, άφησε να αιωρείται μια κάποια υπόσχση για έρευνα στη υπερβολική χρήση δακρυγόνων, αλλά τόνισε ότι η αστυνομία διατηρεί το δικαίωμα να χρησιμοποιεί “λογική βία”, αποδίδοντας την μαζική κινητοποίηση σε ταραξίες και ακραία στοιχεία.
“Κάθε τέσσερα χρόνια έχουμε εκλογές και ο λαός κάνει την επιλογή του”, κατέληξε, δηλώνοντας ότι έτσι κι άλλιώς όλα όσα εξαγγείλει θα υλοποιηθούν. “Οσοι έχουν πρόβλημα με την πολιτική της κυβέρνησης”, είπε ο Ερντογάν, “μπορούν να εκφράσουν τις απόψεις τους μέσα στα πλαίσια του νόμου και την δημοκρατίας. Καλώ τους διαδηλωτές να σταματήσουν αμέσως”. Οι διαδηλωτές, όμως, από 50 που ήταν την περασμένη Δευτέρα, είχαν αυξηθεί σε ήδη δεκάδες χιλιάδες, χάρη στις βίαιες μεθόδους της αστυνομίας και οι συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας εξαπλώνονταν σαν ιός από πόλη σε πόλη (διοργανώθηκαν πάνω από 90 σε όλη την χώρα) με αίτημα, πια, την παραίτηση της κυβέρνησης.
Δυο πολιτικές κινήσεις ανάγκασαν στη συνέχεια τον Ερντογάν να αλλάξει στρατηγική. Η πρώτη ήταν, η ματαίωση μεγάλης διαδήλωσης που είχε προγραμματίσει μέρες τώρα για την 1η Ιουνίου, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στο οχυρό του, το Καντίκοϊ, στην ασιατική πλευρά της Κωνσταντινούπολης, κατά της κυβερνητικής πολιτικής. Ο ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (CHP), Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου ζήτησε από όλους τους οπαδούς του να διασχίσουν, χωρίς κομματικές σημαίες και σύμβολα, την γέφυρα του Βοσπόρου και να σπεύσουν στην Τακσίμ για να υποστηρίξουν τους διαδηλωτές, που βρίσκονταν αντιμέτωποι με την αστυνομία. Ετσι δεκάδες χιλιάδες μέλη του CHP, έφτασαν στην πλατεία, παρά τα ενισχυμένα μπλόκα της αστυνομίας και την βροχή των δακρυγόνων.
Η δεύτερη κίνηση ήταν του Τούρκου Προέδρου, Αμπντουλάχ Γκιούλ, που δίνει την δική του μάχη πολιτικής επιβίωσης απέναντι στον Ερντογάν. Επιστρέφοντας από το ταξίδι του στο Τουρκμενιστάν, ο Γκιούλ, έκανε τουλάχιστον τρία τηλεφωνήματα: στον κυβερνήτη της Κωνσταντινούπολης, τον υπουργό Εσωτερικών και τον ίδιον τον Ερντογάν, ζήτησε να σταματήσει η αντιπαράθεση με τον κόσμο και δημοσιοποίησε την παρέμβαση του. Λίγη ώρα αργότερα, οι δυνάμεις ασφαλείας άρχισαν να αποσύρονται από τα θερμά σημεία των συγκρούσεων. Και περίπου πέντε ώρες μετά το “διάγγελμα”-προειδοποίηση του Ερντογάν, οι δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές επέστρεψαν θριαμβευτές στην πλατεία.
“Τα γεγονότα μπορεί να θυμίζουν “τουρκική άνοιξη”, αλλά μάλλον ο χαρακτηρισμός είναι υπερβολικός”, σχολιάζει στην εφημερίδα Χουριέτ, ο Μουράτ Γετκίν. “Θα μπορούσε να ήταν έτσι εάν υπήρχαν αντιπολιτευόμενες δυνάμεις στην Τουρκία, που να ήταν σε θέση να βάλουν ένα τέλος στη μονοκρατορία ενός πολύ ισχυρού ανθρώπου. Εύκολα, όμως, μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι η αντιπαράθεση στην Τακσίμ, σηματοδότησε το σημείο καμπής για το παντοδύναμο προφίλ του Ερντογάν”.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Τούρκος πρωθυπουργός, έχοντας πιστωθεί την ανάπτυξη της οικονομίας και την επανατοποθέτηση της χώρας στο διεθνές σκηνικό, παραμένει μακράν ο δημοφιλέστερος πολιτικός, αν και οι επικριτές του επισημαίνοντας τον “αυταρχικό τρόπο διακυβέρνησης” και την “ανάμειξη του στην προσωπική ζωή της κοσμικής δημοκρατίας με θρησκευτικό συντηρητισμό”, τον κατηγορούν ότι συμπεριφέρεται σαν σύγχρονος σουλτάνος.
Επενδύοντας και στην κατάκτηση της Προεδρίας το 2014 – μια εκλογή που θα γίνει για πρώτη φορά τουχρόνου απευθείας από τον λαό- ο Ερντογάν έχει ξοδέψει τα περισσότερα από τα δέκα χρόνια που βρίσκεται στην πρωθυπουργία, εδραιώνοντας την εξουσία του στον κρατικό μηχανισμό και τα media.
Γι αυτό “το πάρκο Γκεζί θα είναι η νέα πλατεία Ταχρίρ” έγραψε ο αρθρογράφος Κοράι Τσαλισκάν, αναφερόμενος στην εξέγερση πριν δυο χρόνια στην Αίγυπτο κατά του Χόσνι Μουμπάρακ, άποψη με την οποία συμφωνεί και ο αναλυτής Καντρί Γκιουρσέλ. “Το κίνημα Occupy Gezi”, έγραψε ο Γκιουρσέλ στο Twitter, “είναι η έκρηξη της οργής ενάντια στην υπεροψία ενός ανθρώπου, του οποίου οι φιλοδοξίες για την εξουσία είναι αμέτρητες”. ef/syn.gr.
Σάββατο μεσημέρι κι ενώ στην καρδιά της τουριστικής Πόλης, την πλατεία Τακσίμ, ισχυρές δυνάμεις της αστυνομίας σφυροκοπούσαν με δακρυγόνα και αντλίες νερού τους χιλιάδες διαδηλωτές, ο Ταγίπ Ερντογάν εμφανίστηκε στην τηλεόραση σκληρός και ανυποχώρητος. Διακήρυξε ότι ότι δεν πρόκειται να κάνει βήμα πίσω απέναντι στο πλήθος- που αρχικά είχε κατασκηνώσει στην πλατεία κατά της αμφιλεγόμενης απόφασης του να αναπλάσει το Πάρκο Γκεζί, καταστρέφοντας στην ουσία τον τελευταίο πνεύμονα πρασίνου στην ιστορική πλατεία Τακσίμ- και προκάλεσε τους διαδηλωτές:
«Εαν όλο αυτό είναι κοινωνικό κίνημα, τότε για κάθε 20 που θα συγκεντρώνουν αυτοί, εγώ θα συγκεντρώνω 200.000!”, είπε, υποστήριξε ότι “η Πλατεία Τακσίμ δεν μπορεί να είναι τόπος συνάντησης των εξτρεμιστών”, ζήτησε από τους διαδηλωτές να εγκαταλείψουν την προσπάθεια προειδοποιώντας τους ότι δεν πρόκειται να κερδίσουν, άφησε να αιωρείται μια κάποια υπόσχση για έρευνα στη υπερβολική χρήση δακρυγόνων, αλλά τόνισε ότι η αστυνομία διατηρεί το δικαίωμα να χρησιμοποιεί “λογική βία”, αποδίδοντας την μαζική κινητοποίηση σε ταραξίες και ακραία στοιχεία.
“Κάθε τέσσερα χρόνια έχουμε εκλογές και ο λαός κάνει την επιλογή του”, κατέληξε, δηλώνοντας ότι έτσι κι άλλιώς όλα όσα εξαγγείλει θα υλοποιηθούν. “Οσοι έχουν πρόβλημα με την πολιτική της κυβέρνησης”, είπε ο Ερντογάν, “μπορούν να εκφράσουν τις απόψεις τους μέσα στα πλαίσια του νόμου και την δημοκρατίας. Καλώ τους διαδηλωτές να σταματήσουν αμέσως”. Οι διαδηλωτές, όμως, από 50 που ήταν την περασμένη Δευτέρα, είχαν αυξηθεί σε ήδη δεκάδες χιλιάδες, χάρη στις βίαιες μεθόδους της αστυνομίας και οι συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας εξαπλώνονταν σαν ιός από πόλη σε πόλη (διοργανώθηκαν πάνω από 90 σε όλη την χώρα) με αίτημα, πια, την παραίτηση της κυβέρνησης.
Δυο πολιτικές κινήσεις ανάγκασαν στη συνέχεια τον Ερντογάν να αλλάξει στρατηγική. Η πρώτη ήταν, η ματαίωση μεγάλης διαδήλωσης που είχε προγραμματίσει μέρες τώρα για την 1η Ιουνίου, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στο οχυρό του, το Καντίκοϊ, στην ασιατική πλευρά της Κωνσταντινούπολης, κατά της κυβερνητικής πολιτικής. Ο ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (CHP), Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου ζήτησε από όλους τους οπαδούς του να διασχίσουν, χωρίς κομματικές σημαίες και σύμβολα, την γέφυρα του Βοσπόρου και να σπεύσουν στην Τακσίμ για να υποστηρίξουν τους διαδηλωτές, που βρίσκονταν αντιμέτωποι με την αστυνομία. Ετσι δεκάδες χιλιάδες μέλη του CHP, έφτασαν στην πλατεία, παρά τα ενισχυμένα μπλόκα της αστυνομίας και την βροχή των δακρυγόνων.
Η δεύτερη κίνηση ήταν του Τούρκου Προέδρου, Αμπντουλάχ Γκιούλ, που δίνει την δική του μάχη πολιτικής επιβίωσης απέναντι στον Ερντογάν. Επιστρέφοντας από το ταξίδι του στο Τουρκμενιστάν, ο Γκιούλ, έκανε τουλάχιστον τρία τηλεφωνήματα: στον κυβερνήτη της Κωνσταντινούπολης, τον υπουργό Εσωτερικών και τον ίδιον τον Ερντογάν, ζήτησε να σταματήσει η αντιπαράθεση με τον κόσμο και δημοσιοποίησε την παρέμβαση του. Λίγη ώρα αργότερα, οι δυνάμεις ασφαλείας άρχισαν να αποσύρονται από τα θερμά σημεία των συγκρούσεων. Και περίπου πέντε ώρες μετά το “διάγγελμα”-προειδοποίηση του Ερντογάν, οι δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές επέστρεψαν θριαμβευτές στην πλατεία.
“Τα γεγονότα μπορεί να θυμίζουν “τουρκική άνοιξη”, αλλά μάλλον ο χαρακτηρισμός είναι υπερβολικός”, σχολιάζει στην εφημερίδα Χουριέτ, ο Μουράτ Γετκίν. “Θα μπορούσε να ήταν έτσι εάν υπήρχαν αντιπολιτευόμενες δυνάμεις στην Τουρκία, που να ήταν σε θέση να βάλουν ένα τέλος στη μονοκρατορία ενός πολύ ισχυρού ανθρώπου. Εύκολα, όμως, μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι η αντιπαράθεση στην Τακσίμ, σηματοδότησε το σημείο καμπής για το παντοδύναμο προφίλ του Ερντογάν”.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Τούρκος πρωθυπουργός, έχοντας πιστωθεί την ανάπτυξη της οικονομίας και την επανατοποθέτηση της χώρας στο διεθνές σκηνικό, παραμένει μακράν ο δημοφιλέστερος πολιτικός, αν και οι επικριτές του επισημαίνοντας τον “αυταρχικό τρόπο διακυβέρνησης” και την “ανάμειξη του στην προσωπική ζωή της κοσμικής δημοκρατίας με θρησκευτικό συντηρητισμό”, τον κατηγορούν ότι συμπεριφέρεται σαν σύγχρονος σουλτάνος.
Επενδύοντας και στην κατάκτηση της Προεδρίας το 2014 – μια εκλογή που θα γίνει για πρώτη φορά τουχρόνου απευθείας από τον λαό- ο Ερντογάν έχει ξοδέψει τα περισσότερα από τα δέκα χρόνια που βρίσκεται στην πρωθυπουργία, εδραιώνοντας την εξουσία του στον κρατικό μηχανισμό και τα media.
Γι αυτό “το πάρκο Γκεζί θα είναι η νέα πλατεία Ταχρίρ” έγραψε ο αρθρογράφος Κοράι Τσαλισκάν, αναφερόμενος στην εξέγερση πριν δυο χρόνια στην Αίγυπτο κατά του Χόσνι Μουμπάρακ, άποψη με την οποία συμφωνεί και ο αναλυτής Καντρί Γκιουρσέλ. “Το κίνημα Occupy Gezi”, έγραψε ο Γκιουρσέλ στο Twitter, “είναι η έκρηξη της οργής ενάντια στην υπεροψία ενός ανθρώπου, του οποίου οι φιλοδοξίες για την εξουσία είναι αμέτρητες”. ef/syn.gr.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου